Γολγοθάς

Γολγοθάς
Γολγοθάς ο
Голгофа – холм вблизи древнего Иерусалима, на котором был распят Господь Иисус Христос. По преданию, на Голгофе был погребен Адам
Этим.
< арам. Golgolta < евр. Gulgolta «κράνος – череп». Ελθόντες εις τόπον λεγόμενον Γολγοθά, ο εστίν Κρανίου Τόπος (Ματθ. 27, 33) …и, придя на место, называемое Голгофа, что значит Лобное место (Мф. 27, 33)

Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко). 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "Γολγοθάς" в других словарях:

  • Γολγοθάς — Τοποθεσία κοντά στην Ιερουσαλήμ, όπου, σύμφωνα με την αφήγηση των Ευαγγελιστών, σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός. Η λέξη ερμηνεύεται από τους Ευαγγελιστές ως κρανίου τόπος και προέρχεται από την εβραϊκή λέξη γολγολέθ που σημαίνει κρανίο. Η ονομασία… …   Dictionary of Greek

  • Pontic Greek genocide — During World War I and its aftermath (1914 1923), the Young Turk government of the Ottoman Empire instigated a violent campaign against the Greek population of Pontus and other regions of the Empire inhabited by Greeks. The campaign included… …   Wikipedia

  • Griechenverfolgungen im Osmanischen Reich 1914–1923 — Die Griechenverfolgungen im Osmanischen Reich ereigneten sich in den Jahren 1914 bis 1923. Während des Ersten Weltkrieges und seiner Nachwirkungen (1914–1923) veranlasste die Regierung des Osmanischen Reiches die Tötung von zahlreichen… …   Deutsch Wikipedia

  • Лундемис, Менелаос — Менелаос Лундемис (греч. Μενέλαος Λουντέμης Агиа Кирьяки Восточная Фракия 1912 *  Афины 22 января 1977 года)  известный греческий писатель Содержание 1 Биография 2 …   Википедия

  • αδελφότητα — Οργάνωση που αναπτύσσει επαγγελματική, φιλανθρωπική, κοινωνική ή θρησκευτική δράση. Α. ήταν και ενώσεις πιστών στη μεσαιωνική Ευρώπη, συνήθως υπό την προστασία ενός αγίου. Τα όρια μεταξύ συντεχνίας και α. είναι ασαφή, επειδή στην α. μετέχουν μέλη …   Dictionary of Greek

  • κρανίο — Το οστέινο τμήμα της κεφαλής. Διακρίνεται στο κυρίως (εγκεφαλικό) κ., που απαρτίζεται από το μετωπιαίο οστό –και συμπληρώνεται από κάτω με το ηθμοειδές– από τα δύο βρεγματικά οστά, από τα δύο κροταφικά οστά –που κλείνονται στην κάτω πλευρά από το …   Dictionary of Greek

  • τόπος — ο, ΝΜΑ 1. έκταση γης, μέρος (α. «τόπος προορισμού» β. «ὁ τόπος οὗτος Ἀρμενία καλεῑται», Ξεν.) 2. ορισμένη εδαφική περιοχή, συγκεκριμένη θέση (α. «ο τόπος τού μαρτυρίου» β. «ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν», ΚΔ) 3. ο χώρος που καταλαμβάνει ένα… …   Dictionary of Greek

  • Άγιοι Τόποι — Η περιοχή της Παλαιστίνης που συνδέεται με τον βίο του Ιησού Χριστού, από τη γέννηση έως την Ανάληψή του: τα Ιεροσόλυμα, η Βηθλεέμ, το Όρος των Ελαιών, η Βηθανία, η Ναζαρέτ, το όρος Θαβώρ, η Κανά, ο ποταμός Ιορδάνης, η Σαμάρεια κλπ. Όταν σήμερα… …   Dictionary of Greek

  • Βρετάνη — (Bretagne). Διοικητική περιφέρεια (27.209 τ. χλμ., 2.906.197 κάτ. το 1999) της βορειοδυτικής Γαλλίας, που αντιστοιχεί περίπου με την ομώνυμη χερσόνησο και βρέχεται από τα νερά της Μάγχης (κόλπος Σεν Μαλό) στα Β και του Ατλαντικού στα Δ και Ν.… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γλώσσα — ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Η ελληνική γλώσσα είναι μια από τις αρχαιότερες γλώσσες στον κόσμο και οπωσδήποτε η παλαιότερη ζωντανή γλώσσα στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με άλλες αρχαίες γλώσσες που χάθηκαν μαζί με τους λαούς που τις μιλούσαν, όπως η… …   Dictionary of Greek

  • Κολομβία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κολομβίας Έκταση: 1.141.748 τ. χλμ. Πληθυσμός: 42.492.326 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπογκοτά (6.712.247 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον Παναμά, στα Α με τη Βενεζουέλα και τη Βραζιλία …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»